Η ανεργία που οφείλεται στους θεσμούς της αγοράς εργασίας και στην αναντιστοιχία των προσόντων που διαθέτουν οι άνεργοι με αυτά που απαιτούνται για την κάλυψη των κενών θέσεων εργασίας.
Είναι η ανεργία που επηρεάζεται από τον οικονομικό κύκλο και σχετίζεται με τη χαμηλή αγοραία ζήτηση που δεν δημιουργεί ικανοποιητικό αριθμό θέσεων εργασίας για όλους όσοι θέλουν να εργαστούν.
Είναι η ανεργία που οφείλεται στο χρόνο που απαιτείται για την κάλυψη κενών θέσεων απασχόλησης από τους ανέργους όσο αυτοί ψάχνουν ή είναι σε μεταβατικό στάδιο μεταξύ δύο διαφορετικών θέσεων. Η ανεργία αυτή μπορεί να είναι εθελοντική.
Άνεργοι είναι τα άτομα που μπορούν, επιθυμούν και αναζητούν απασχόληση, αλλά δεν βρίσκουν. Το ποσοστό ανεργίας μετριέται ως ο αριθμός των ανέργων προς το εργατικό δυναμικό, εκφρασμένο επί τοις εκατό.
Απασχολούμενοι είναι τα άτομα που απασχολούνται έναντι αμοιβής. Το ποσοστό απασχόλησης μετριέται, συνήθως, ως ο αριθμός των απασχολούμενων προς τον αριθμό των ατόμων εργάσιμης ηλικίας εκφρασμένο επί τοις εκατό.
Το άθροισμα των ανέργων και των απασχολούμενων. Το ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό μετριέται, συνήθως, ως ο αριθμός των ατόμων που μετέχουν στο εργατικό δυναμικό προς τον αριθμό των ατόμων εργάσιμης ηλικίας εκφρασμένο επί τοις εκατό.
Είναι οι άνεργοι που παραμένουν σε καθεστώς ανεργίας για διάστημα μεγαλύτερο των δώδεκα μηνών.
Το ποσοστό ανεργίας που καταγράφεται μακροχρόνια σε μια αγορά εργασίας, δεν επηρεάζεται από τις διακυμάνσεις του οικονομικού κύκλου και οφείλεται στην ανεργία τριβής και την διαρθρωτική ανεργία. Αποκλίσεις του πραγματικού ποσοστού ανεργίας από το επίπεδο αυτό μπορεί να επηρεάσει το ρυθμό πληθωρισμού.
Μοντέλο οργάνωσης της αγοράς εργασίας, που συνδυάζει την ευελιξία (flexibility) της αγοράς εργασίας, η οποία ευνοείται από το ήπιο ρυθμιστικό πλαίσιο που διέπει την απασχόληση και την ασφάλεια (security) του εισοδήματος των εργαζομένων, προερχόμενο, κυρίως, από την απασχόληση, αλλά και το σύστημα αποζημίωσης των ανέργων.